Κατόπιν της ενημέρωσης του ΚΕΕΛΠΝΟ ότι, μεταξύ των καταγεγραμμένων 166 κρουσμάτων, μέχρι τις 21 Σεπτεμβρίου, υπήρχαν και ανεμβολίαστοι ή ατελώς εμβολιασμένοι επαγγελματίες Υγείας, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος καλεί όλους τους ιατρούς, τόσο του Δημοσίου όσο και του Ιδιωτικού Τομέα, να θωρακιστούν έναντι της ιλαράς.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο θα προστατεύσουν τον εαυτό τους από τη σοβαρή αυτή νόσο, αλλά και τους ασθενείς, με τους οποίους έρχονται σε επαφή, για τους οποίους έχουν και μεγάλη ευθύνη, υπογραμμίζει ο ΠΙΣ.
Την ίδια στιγμή, η ΠΟΕΔΗΝ καταγγέλλει αδράνεια από πλευράς Υπουργείου Παιδείας στο θέμα της επιδημικής εξάπλωσης της ιλαράς και κάνει λόγο για εντοπισμό δύο νέων κρουσμάτων σε επαγγελματίες Υγείας – μία γιατρό στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο και μία νοσηλεύτρια στο Παίδων «Αγλαΐα Κυριακού», με τη δεύτερη μάλιστα να νοσηλεύεται με επιπλοκές στο Νοσοκομείο Ερυθρός Σταυρός. Παράλληλα, η ΠΟΕΔΗΝ σημειώνει ότι δεν υλοποιούνται ούτε στο ελάχιστο οι οδηγίες του ΚΕΕΛΠΝΟ, καθ’ ότι τα Νοσοκομεία δεν διαθέτουν υγειονομικό υλικό, δεν διαθέτουν αντιδραστήρια για έλεγχο αντισωμάτων ιλαράς και δεν διαθέτουν εμβόλια, ενώ και το προσωπικό δεν έχει λάβει καθόλου οδηγίες προφύλαξης.
Σε αντίθεση με τις καταγγελίες της ΠΟΕΔΗΝ, σχετικό δελτίο Τύπου εκ μέρους του Θριασίου κάνει λόγο για την πραγματοποίηση συστηματικής εκστρατείας ενημέρωσης εκ μέρους του ίδιου του Νοσοκομείου σχετικά με την πρόληψη μεταδιδόμενων νοσημάτων από τον Μάρτιο 2017, καθώς και για πραγματοποίηση ανοσολογικού ελέγχου και σχετικού εμβολιασμού.
Όπως σημειώνεται, από τον Ιούνιο 2017 εξετάσθηκαν και επιβεβαιώθηκαν κρούσματα ιλαράς σε οικογένειες Ρομά που κατοικούν στη περιοχή Ασπροπύργου που γειτνιάζει με το Νοσοκομείο, τα οποία δηλώθηκαν άμεσα στο ΚΕΕΛΠΝΟ, ενώ από την εμφάνιση του πρώτου περιστατικού «συστήθηκε άμεσος και επιτακτικός εμβολιασμός» σε όλους τους επίνοσους (βάσει επιδημιολογικού ορισμού) επαγγελματίες υγείας, δηλαδή σε όλους όσους βρίσκονταν σε ηλικίες από 20 έως 45 ετών και δεν είχαν γνωστή προηγούμενη νόσηση ή επιβεβαιωμένο διπλό εμβολιασμό.
«Από την 3η Σεπτεμβρίου 2017, ουδείς άλλος Εργαζόμενος του Νοσοκομείου μας νόσησε. Η ενεργητική επιτήρηση συνεχίζεται και δεν έχει αναφερθεί οποιαδήποτε μετάδοση στο περιβάλλον των πρωτογενών κρουσμάτων. Ήδη έχει παρέλθει το ανώτατο χρονικό όριο επώασης της νόσου από την εμφάνιση του τελευταίου περιστατικού – ως εκ τούτου, δεν υπάρχει κίνδυνος μετάδοσης της νόσου στο υπόλοιπο προσωπικό και ασθενείς», τονίζεται στην ανακοίνωση του Θριασίου.