Η καλή ποιότητα του αέρα στους κλειστούς χώρους είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία. Ειδικά στα κτήρια γραφείων, όμως, και στη μέση της πανδημίας του νέου κορονοϊού, αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Πολλά κτήρια συχνά δεν διαθέτουν καλό φυσικό αερισμό ενώ, την ίδια στιγμή, οι ειδικοί προειδοποιούν πως η χρήση των κλιματιστικών σε δημόσιους χώρους δεν είναι ό,τι καλύτερο το φετινό καλοκαίρι.
Η φτωχή ποιότητα του αέρα έχει συνέπειες στη λειτουργία όλου του οργανισμού. Το 2015, επιστήμονες από τα Πανεπιστήμια Harvard, Syracuse και SUNY πραγματοποίησαν μελέτη που έδειξε πως όσοι εργάζονται σε καλά αεριζόμενα γραφεία, αποδίδουν πολύ καλύτερα σε δύσκολα project και, γενικά, νιώθουν ευεξία και καλή διάθεση.
Στη συγκεκριμένη μελέτη συμμετείχαν 24 επαγγελματίες από διάφορους χώρους, όπως αρχιτέκτονες, designers, προγραμματιστές, μηχανικοί, managers κ.α., που εργάστηκαν σε έναν ελεγχόμενο επαγγελματικό χώρο. Στον χώρο αυτό άλλοτε επικρατούσαν οι κλασικές συνθήκες ενός σύγχρονου κτηρίου γραφείων και άλλοτε “πράσινες” συνθήκες. Τα κλασικά κτήρια γραφείων συνήθως διαθέτουν ελάχιστα ανοιγόμενα παράθυρα, και ο αερισμός γίνεται κυρίως με συστήματα κλιματισμού. Στις πιο “πράσινες” συνθήκες, οι επιστήμονες αύξαναν τον φυσικό αερισμό και μείωναν τον κλιματισμό. Όπως διαπίστωσαν, οι νοητικές επιδόσεις των εργαζομένων ήταν κατά μέσον όρο διπλάσιες όταν εργάζονταν στο “πράσινο” περιβάλλον.
Άλλες μελέτες έχουν συσχετίσει τη φτωχή ποιότητα του αέρα με περισσότερα προβλήματα υγείας. Όπως αναφέρει η Καναδική Πνευμονολογική Εταιρεία, η φτωχή ποιότητα του αέρα στον εργασιακό χώρο μπορεί να επιδεινώσει τις αλλεργίες και το άσθμα, να προκαλέσει ερεθισμό στα μάτια, τη μύτη και τον λαιμό, ή να οδηγήσει σε κόπωση, ναυτία και λοιμώξεις. Τα συμπτώματα αυτά, βραχυπρόθεσμα, επηρεάζουν την παραγωγικότητα. Μακροπρόθεσμα, όμως, μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη νόσων, στην ανάγκη απουσίας από τη δουλειά για λόγους υγείας και στην απώλεια εισοδήματος.
Αντίστοιχα, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας αναφέρει ότι ο φτωχός αερισμός των κτηρίων επιτρέπει τη συσσώρευση ρύπων από τα υλικά κατασκευής του κτηρίου, την χρήση καυσίμων και τις φυσικές εκπομπές ραδονίου. Επιπλέον, η μούχλα, που αποτελεί παράγοντα κινδύνου για αναζωπυρώσεις αλλεργιών όπως το άσθμα, ανθεί στους ελλιπώς αεριζόμενους χώρους. Ακόμα και ξενιστές, όπως τα κουνούπια, αποτελούν μεγαλύτερη απειλή σε χώρους με παγιδευμένο αέρα. Μάλιστα, ο Οργανισμός υπολογίζει πως η βελτίωση του φυσικού αερισμού μπορεί να μειώσει τις πνευμονοπάθειες έως και 20%.
Ωστόσο, αυτό ισχύει όταν οι ρύποι στο εξωτερικό περιβάλλον είναι λιγότεροι απ’ ό,τι στο εσωτερικό. Ο Οργανισμός διευκρινίζει πως, στα μεγάλα αστικά κέντρα, όπου η ατμοσφαιρική ρύπανση είναι πολύ υψηλή, ο φυσικός αερισμός μπορεί να μην είναι ωφέλιμος. Το ίδιο μπορεί να συμβεί και όταν ο αερισμός γίνεται χωρίς σήτες, με συνέπεια να επιτρέπεται η ελεύθερη διέλευση των ξενιστών.
Ο Αμερικανικός Οργανισμός Περιβαλλοντικής Προστασίας (Environmental Protection Agency, EPA) αναφέρει ότι οι πιο αποτελεσματικοί τρόποι για να βελτιωθεί η ποιότητα του αέρα στους εσωτερικούς χώρους είναι να μειωθούν ή να αφαιρεθούν οι πηγές των ρύπων, καθώς και να γίνεται φυσικός αερισμός με καθαρό αέρα. Και προσθέτει πως αποτελεσματικό συμπλήρωμα σε αυτά τα μέτρα αποτελεί η αναβάθμιση των φίλτρων αέρα στα συστήματα αερισμού, θέρμανσης και κλιματισμού. Οι φορητές συσκευές καθαρισμού και απολύμανσης του αέρα είναι σχεδιασμένες για να καθαρίζουν όλο τον αέρα σε έναν ενιαίο χώρο ή δωμάτιο, και μειώνουν σημαντικά την εσωτερική ατμοσφαιρική ρύπανση.
Τι μπορούμε να κάνουμε
Πρακτικά, αυτά σημαίνουν πως, για να απαλλαγεί από τους ρύπους ο αέρας των εσωτερικών χώρων, πρέπει κατ’ αρχάς να απομακρυνθούν οι βασικές πηγές τους. Μία από τις κυριότερες, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, είναι το κάπνισμα, το οποίο μεταξύ άλλων εκλύει στον αέρα βενζόλιο, ένα αέριο που είναι καρκινογόνο. Επομένως, πρέπει να αποφεύγεται το κάπνισμα σε κάθε κλειστό χώρο.
Όταν, εξάλλου, το επιτρέπουν οι ατμοσφαιρικές συνθήκες, πρέπει να αερίζεται ο χώρος με ανοιχτά παράθυρα και τον κλιματισμό γυρισμένο στην ανανέωση του αέρα. Η ενεργοποίηση του απορροφητήρα στην κουζίνα ή και στο μπάνιο επίσης μπορεί να βοηθήσει, γιατί απομακρύνει τους ρύπους από τον εσωτερικό αέρα.
Ωστόσο, είναι πολύ σημαντικό να καθαρίζουμε ή/και να αντικαθιστούμε τακτικά τα φίλτρα των συστημάτων κλιματισμού, αλλά και των απορροφητήρων, ανάλογα με τις οδηγίες του κατασκευαστή τους. Η σωστή συντήρηση έχει πολύ μεγάλη σημασία, γιατί πολλοί ρύποι και παθογόνοι “παγιδεύονται” στα φίλτρα και ύστερα μπορούν να διασπαρούν πάλι στον αέρα.
Καλό είναι να συμπληρώσουμε τα παραπάνω με συσκευές απολύμανσης και καθαρισμού του αέρα, που εξουδετερώνουν γρήγορα τα αιωρούμενα σωματίδια από τον καπνό, το νέφος τις οσμές, αλλά και την “κλεισούρα”, καθώς και τα αλλεργιογόνα (π.χ. μούχλα, γύρη, ακάρεα σκόνης, τρίχωμα ζώων), τους ιούς και τα άλλα αιωρούμενα παθογόνα.
Δεν ξεχνάμε, τέλος, την υγρασία, καθώς κι αυτή παίζει ρόλο στην ποιότητα του αέρα. Αν τα επίπεδα υγρασίας στους κλειστούς χώρους είναι υψηλά, ευνοούν την ανάπτυξη μυκήτων (μούχλας), τα σπόρια των οποίων διαχέονται στον αέρα. Ιδανικά, η υγρασία στους εσωτερικούς χώρους πρέπει να κυμαίνεται μεταξύ 30-50%, σύμφωνα με την EPA. Αν ο αέρας είναι πιο ξηρός, μπορεί να χρειαστούμε έναν υγραντήρα. Αντιθέτως, αν έχουμε πολλή υγρασία, ανοίγουμε τα παράθυρα (εφόσον ο αέρας έξω είναι ξηρός), ειδάλλως χρησιμοποιούμε έναν αφυγραντήρα ή γυρνάμε το κλιματιστικό στη λειτουργία της αφύγρανσης.