Τριάντα χιλιάδες ζεύγη βάσεων αποτελούν το –σχετικά μικρό– γονιδίωμα του SARS-CoV-2. Η ανάλυση ενός μόνο γονιδιώματος παρέχει σχετικά περιορισμένες πληροφορίες, αλλά, συγκρίνοντας πολλαπλά γονιδιώματα από διαφορετικούς ασθενείς, ζώα, περιοχές ή χρονικές περιόδους, οι πληροφορίες που περιέχονται στο γενετικό υλικό μπορούν να παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες και ολοκληρωμένη εικόνα. Αυτές οι πληροφορίες αφορούν στην προέλευση του ιού, στον τρόπο με τον οποίο μεταφέρθηκε από ζώα σε ανθρώπους, στο πόσο γρήγορα μεταλλάσσεται και στο πώς αυτές οι αλλαγές επηρεάζουν την λοιμογόνο δραστικότητα.
Στο περιοδικό Nature Medicine δημοσιεύθηκε με τη μορφή αλληλογραφίας, μια επιστολή ερευνητών από τις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, την οποία συνόψισαν οι καθηγητές της Θεραπευτικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ Ευστάθιος Καστρίτης και Θάνος Δημόπουλος (Πρύτανης ΕΚΠΑ). Οι ερευνητές, χρησιμοποιώντας συγκριτική ανάλυση των γονιδιωματικών δεδομένων, απέδειξαν ότι ο SARS-CoV-2 εξελίχθηκε φυσικά και διέψευσαν την ιδέα ότι είναι ένας κατασκευασμένος βιολογικός παράγοντας. Όπως αναφέρουν, δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο SARS-CoV-2 βγήκε από ένα εργαστήριο.
Η ομάδα εξέτασε προσεκτικά τον τομέα δέσμευσης υποδοχέα (RBD) της πρωτεΐνης-ακίδας του ιού που χρησιμοποιεί ο SARS-CoV-2 για να συνδεθεί με τους υποδοχείς στην κυτταρική επιφάνεια και να εισέλθει στα ανθρώπινα κύτταρα-ξενιστές. Οι συγγραφείς σημείωσαν ότι, παρόλο που ο ιός της νυχτερίδας RaTG13 παραμένει ο πλησιέστερος στον SARS-CoV-2, ορισμένοι κορονοϊοί παγκολίνου εμφανίζουν ισχυρή ομοιότητα με τον SARS-CoV-2 στην περιοχή δέσμευσης της πρωτεΐνης ακίδας, συμπεριλαμβανομένων και των έξι βασικών υπολειμμάτων της περιοχής. Αυτό το εύρημα, λοιπόν, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η πρωτεΐνη-ακίδα του SARS-CoV-2 είναι βελτιστοποιημένη για σύνδεση με τον ανθρώπινο ACE2 ως αποτέλεσμα της φυσικής επιλογής.
Τα γονιδιώματα του SARS-CoV-2 περιέχουν πολλές απαντήσεις στις ερωτήσεις που αναζητούν οι επιστήμονες. Είναι σαφές ότι η κατανόηση της εξελικτικής πορείας με την οποία αυτός ο νέος κορονοϊός έχει μεταφερθεί στον άνθρωπο θα βοηθήσει όχι μόνο να καταπολεμήσουμε την τρέχουσα πανδημία, αλλά και να εντοπίσουμε μελλοντικές απειλές από άλλους κορονοϊούς και άλλα είδη ιών.