«Μία σπάνια, αλλά εύκολα διαγνώσιμη πάθηση, αρκεί πρώτα να την υποψιαστούμε»
Η Κληρονομική Οπτική Νευροπάθεια Leber (LHON) είναι μια σπάνια μιτοχονδριακή νευροεκφυλιστική νόσος που προσβάλλει το οπτικό νεύρο και οδηγεί σε αιφνίδια απώλεια της κεντρικής όρασης και διαταραχή στην αντίληψη των χρωμάτων. Προσβάλλει σε μεγαλύτερο ποσοστό (σχεδόν 80%) τους άνδρες παρά τις γυναίκες και εκδηλώνεται σε νεαρή ηλικία, συνήθως όταν το άτομο είναι 14-35 ετών. Στην Ευρώπη προσβάλλει περίπου 2 στους 100.000 ανθρώπους. Στην Ελλάδα οι ασθενείς υπολογίζονται περίπου στους 150.
Εφόσον διαγνωστεί νωρίς, η Κληρονομική Οπτική Νευροπάθεια Leber (LHON) μπορεί σήμερα να θεραπευτεί: αυτό το ενθαρρυντικό μήνυμα κυριάρχησε στη συνέντευξη Τύπου που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Υαλοειδούς-Αμφιβληστροειδούς, με σκοπό να ενημερώσει το ευρύ κοινό και την ιατρική κοινότητα για τη νόσο και τα νέα δεδομένα στη θεραπευτική της αντιμετώπιση, αλλά και να ευαισθητοποιήσει τις αρμόδιες κρατικές Αρχές για την αναγκαιότητα βελτίωσης της πρόσβασης των ασθενών στη θεραπεία.
Καθώς το ποσοστό εσφαλμένης διάγνωσης είναι αρκετά υψηλό, η ενημέρωση του κοινού, αλλά και των Επαγγελματιών Υγείας, για τα συμπτώματα της νόσου είναι εξαιρετικά σημαντική. Σύμφωνα με τον Χειρουργό Οφθαλμίατρο, Διευθυντή Τμήματος Αμφιβληστροειδούς Ιατρικού Κέντρου Οφθαλμολογίας Athens Vision, κ. Αλέξανδρο Χαρώνη, τα κύρια χαρακτηριστικά που θα πρέπει να οδηγήσουν τον ασθενή και τον ιατρό του στην υποψία της Κληρονομικής Οπτικής Νευροπάθειας Leber περιλαμβάνουν την αιφνίδια, ταχεία και ανώδυνη απώλεια της κεντρικής όρασης και στους δύο οφθαλμούς, ειδικά σε άνδρες ηλικίας 14-35 ετών. Επίσης, ασθενείς οι οποίοι έχουν ήδη λάβει διάγνωση ατροφίας του οπτικού νεύρου ή οπτικής νευρίτιδας, χωρίς ωστόσο να έχει προσδιοριστεί η αιτιολογία, θα πρέπει επίσης να υποψιαστούν την Κληρονομική Οπτική Νευροπάθεια Leber. Συνεπώς, όσα άτομα ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες και δεν έχουν διαγνωστεί, πρέπει να υποβληθούν σε νέα αξιολόγηση και ενδεχομένως σε γενετικό έλεγχο.
είναι διαθέσιμη στη χώρα μας (αποκλειστικά για τους γενετικά επιβεβαιωμένους ασθενείς) η πρώτη και μοναδική θεραπεία για την Κληρονομική Οπτική Νευροπάθεια Leber, η οποία μπορεί να σταθεροποιήσει ή και σε ορισμένες περιπτώσεις να βελτιώσει τα επίπεδα όρασης των ασθενών. «Η διαθεσιμότητα της νέας θεραπείας στην Ελλάδα αποτελεί μια σημαντική επιλογή στους ασθενείς. Ζητάμε, λοιπόν, από όλους όσοι έχουν διαγνωστεί με LHON στο παρελθόν, να επιστρέψουν στους θεράποντες ιατρούς τους για επαναξιολόγηση και εκτίμηση της όρασης τους», σημείωσε ο κ. Χαρώνης.
Η Κληρονομική Οπτική Νευροπάθεια Leber έχει σημαντικό αντίκτυπο στην καθημερινότητα και στην ποιότητα ζωής των ασθενών και των οικογενειών τους. Οι ασθενείς συχνά δυσκολεύονται να διαβάσουν, να οδηγήσουν ή να αναγνωρίσουν οικεία τους πρόσωπα, εμφανίζουν μειωμένη παραγωγικότητα, ενώ πολλοί αισθάνονται ότι χάνουν σε μεγάλο βαθμό την ανεξαρτησία τους. «Η ποιότητα ζωής των ατόμων με LHON επηρεάζεται σημαντικά, καθώς η νόσος εκδηλώνεται ξαφνικά και στην πιο παραγωγική φάση της ζωής τους», δήλωσε η Διευθύντρια Οφθαλμολογικής Κλινικής ΕΣΥ, Γ.Ν. Παίδων Αθηνών «Π. & Α. ΚΥΡΙΑΚΟΥ», κα Αγάθη Κουρή, συμπληρώνοντας ότι περίπου το 80% των ασθενών χαρακτηρίζονται «νομικά τυφλοί» μέσα σε διάστημα ενός έτους από την έναρξη των συμπτωμάτων.
Ωστόσο, οι δυσκολίες για τους ασθενείς συνεχίζονται και αφού διαγνωστούν. Η πρόσβαση στη θεραπεία είναι μία χρονοβόρος και πολύπλοκη διαδικασία, καθώς προϋποθέτει την εξέταση των ασθενών από Επιτροπές Φαρμάκων Εξωτερικού και Υψηλού Κόστους, τόνισε ο Χειρουργός Οφθαλμίατρος, Αντιπρόεδρος Ελληνικής Εταιρείας Υαλοειδούς-Αμφιβληστροειδούς, Μέλος Δ.Σ. ΙΣΑ και Διευθύνων Σύμβουλος Οφθαλμολογικού Ινστιτούτου Αθηνών – OMMA, κ. Γιάννης Δατσέρης. Παράλληλα, απηύθυνε έκκληση προς τη Διοίκηση του ΕΟΠΥΥ και τις αρμόδιες Αρχές Υγείας για την επανεξέταση της προσδοκώμενης διάρκειας θεραπείας, από 6, σε 12-18 μήνες. «Δυστυχώς στην Ελλάδα του σήμερα, οι ασθενείς τους οποίους θέλουμε να βοηθήσουμε περνάνε από έναν κυκεώνα γραφειοκρατίας, προκειμένου να έχουν πρόσβαση στη θεραπεία. Καλούμε τους αρμόδιους να σκύψουν με ενδιαφέρον πάνω από τους, ευτυχώς ολιγάριθμους, ασθενείς και να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να εξασφαλίζεται η πρόσβαση, καθώς και η βέλτιστη διάρκεια θεραπείας», δήλωσε ο κ. Δατσέρης.