Αρχική / Πρόσωπα / Θρόμβωση και καρκίνος: Μια “αθόρυβη” πρόκληση για ιατρούς και ασθενείς

Θρόμβωση και καρκίνος: Μια “αθόρυβη” πρόκληση για ιατρούς και ασθενείς

Ο Δρ. Ιωάννης Μπουκοβίνας και ο Δρ. Πάρις Κοσμίδης μας μιλούν για τη θρόμβωση στους ογκολογικούς ασθενείς, απαντώντας σε ερωτήσεις που αφορούν όλους. 

συνεντεύξεις στη Μαρία Λυσάνδρου 

Ο Δρ. Ιωάννης Μπουκοβίνας, παθολόγος-ογκολόγος, πρόεδρος της ΕΟΠΕ (Ένωσης Παθολόγων Ογκολόγων Ελλάδος), μας δίνει απαντήσεις σε ερωτήσεις που σκοπό έχουν να ξεκαθαρίσουν το τοπίο γύρω από τη θρόμβωση στους ογκολογικούς ασθενείς:

Η θρόμβωση είναι γενικώς “αθόρυβη”, καθώς δεν έχει εμφανή συμπτώματα. Υπάρχουν, ωστόσο, κάποια προειδοποιητικά σημάδια που θα μπορούσαν να μας υποψιάσουν; Διαφοροποιούνται τα σημάδια αυτά στην περίπτωση ενός ογκολογικού ασθενή;
Είναι αλήθεια ότι τα συμπτώματα της Θρόμβωσης ή της Πνευμονικής Εμβολής δεν είναι πάντα τόσο εμφανή ή θα μπορούσαν σε κάποιο βαθμό να αγνοηθούν, ειδικά σε κάποιον ογκολογικό ασθενή, νομίζοντας ότι πρόκειται για παρενέργειες της αγωγής για τον καρκίνο ή ενός χειρουργείου. Είναι σημαντικό, όμως, να αναγνωριστούν εγκαίρως και να απευθυνθούμε στον γιατρό μας, δεδομένου ότι η θρόμβωση και η πνευμονική εμβολή είναι μια σοβαρή ασθένεια, εν δυνάμει απειλητική για τη ζωή.
Για τη φλεβική θρόμβωση, συνήθη συμπτώματα είναι ο πόνος, η ερυθρότητα, το αίσθημα ζεστασιάς (κάψιμο) και το οίδημα γύρω από την περιοχή που βρίσκεται ο θρόμβος και επισυμβαίνει τις περισσότερες φορές στα κάτω άκρα, ενώ για την πνευμονική εμβολή αυτά που θα μας βάλουν σε υποψία είναι ο δυνατός πόνος στο στήθος, η δυσκολία στην αναπνοή, ο βήχας, η ζαλάδα, ο ακανόνιστος καρδιακός παλμός και η αιμόπτυση.

Η θρόμβωση φέρεται να επηρεάζει έναν στους πέντε ογκολογικούς ασθενείς. Ποιοι είναι οι βασικότεροι παράγοντες που αυξάνουν τις πιθανότητες ανάπτυξης θρόμβων στους πάσχοντες από καρκίνο;
Πράγματι, οι ασθενείς με καρκίνο βρίσκονται σε μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση της θρόμβωσης από τον γενικό πληθυσμό, και είναι σημαντικό να γνωρίζουν ότι η πιθανότητα εμφάνισης θρόμβωσης σχετιζόμενης με τον καρκίνο είναι μεγαλύτερη, ειδικά τους πρώτους μήνες μετά τη διάγνωση της κακοήθειας.
Σε αυτό συνεισφέρουν παράγοντες που έχουν σχέση με τον ίδιο τον ασθενή, όπως για παράδειγμα το να έχει ιστορικό θρόμβωσης, προχωρημένη ηλικία, παχυσαρκία, να βρίσκεται σε παρατεταμένη ακινησία ή να έχει πιθανές συνυπάρχουσες παθήσεις.
Επιβαρυντικοί, επίσης, μπορεί να είναι παράγοντες που συνδέονται με τον τύπο και το στάδιο του καρκίνου. Παραδείγματος χάριν, οι ασθενείς με εντόπιση της νόσου στο πάγκρεας, στον στόμαχο, στους πνεύμονες, στις ωοθήκες ή στην ουροδόχο κύστη, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο για εμφάνιση θρόμβωσης. Ενώ, αν ο καρκίνος είναι σε προχωρημένο ή μεταστατικό στάδιο, ο κίνδυνος είναι ακόμη μεγαλύτερος.
Τέλος, το είδος της ογκολογικής θεραπείας που θα επιλεγεί, όπως κάποιες χημειοθεραπείες ή η ακτινοθεραπεία, αλλά και οι χειρουργικές επεμβάσεις στις οποίες πιθανώς να υποβληθούν οι ασθενείς, παρόλο που είναι απαραίτητες για τη μάχη με τον καρκίνο, είναι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για θρόμβωση.

Ποια μέτρα πρόληψης μπορεί να εφαρμόσει κανείς (και ιδιαίτερα ένας ογκολογικός ασθενής), προκειμένου να ελαττώσει τις πιθανότητες εμφάνισης θρόμβωσης;
Η γνώση είναι δύναμη και σε αυτόν τον τομέα. Είναι σημαντικό για έναν ασθενή να γνωρίζει για το ενδεχόμενο εμφάνισης της φλεβικής θρόμβωσης κατά τη διάρκεια της πορείας της νόσου του, να μπορεί να αναγνωρίσει τυχόν προειδοποιητικά σημάδια και να τα αναφέρει εγκαίρως στον γιατρό του.
Η αξιολόγηση των επιβαρυντικών παραγόντων και η εκτίμηση του κινδύνου για φλεβική θρόμβωση από τον Ογκολόγο είναι δυναμική, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της θεραπείας του για τη νόσο, και δύναται να οδηγήσει ακόμη και σε φαρμακολογική προφύλαξη των ασθενών με –τα κατάλληλα για τον κάθε ασθενή ξεχωριστά– αντιπηκτικά φάρμακα.

Εκ των ων ουκ άνευ θεωρείται η εκπαίδευση και των ίδιων των ιατρών, σχετικά με την έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση περιστατικών που αφορούν στη σχέση θρόμβωσης και καρκίνου. Σε τι επίπεδο θεωρείτε ότι βρισκόμαστε στην Ελλάδα από πλευράς κατάρτισης των ιατρών, ώστε να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά τέτοια περιστατικά, αλλά και να διαγιγνώσκουν την ανάγκη συνεργασίας, σε κάποιες περιπτώσεις, με ένα συνάδελφο άλλης ειδικότητας;
Η Ευρωπαϊκή Εταιρεία Ογκολόγων Παθολόγων προσφέρει «μόρια εκπαίδευσης» στους ειδικούς που εντρυφούν στο θέμα της Θρόμβωσης για τους ασθενείς με καρκίνο, και γνωρίζω πως αρκετοί από εμάς τα έχουν κομίσει.
Εμείς, ως Ελληνική Ογκολογική Εταιρεία, έχουμε συμπεριλάβει το θέμα της Θρόμβωσης στην εκπαίδευση των Νέων Συναδέλφων, και στα συνέδριά μας αποτελεί συχνά θέμα ενημέρωσης και συζήτησης. Οπότε, εκτιμώ πως η ενημέρωση των ειδικών είναι σε καλό επίπεδο, αλλά δεν προτείνεται εφησυχασμός. Ωστόσο, η πρόκληση της επιστήμης μας είναι η συνεχιζόμενη ενημέρωση και εκπαίδευση όχι μόνο για την θρόμβωση, αλλά για όλα τα νεότερα δεδομένα που προκύπτουν και μπορούν να ενδυναμώσουν την φροντίδα μας για τον ασθενή.
Πιστεύουμε πως ο ασθενής χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση. Και ο κίνδυνος για τη θρόμβωση είναι ένας από τους παράγοντες που αξιολογούνται και, αν χρειαστεί, και σε συνεργασία με άλλες ειδικότητες.

Ένα πολύ σημαντικό βήμα ως προς τη διαχείριση της σχετικής με τον καρκίνο θρόμβωσης σημειώθηκε στο πλαίσιο του φετινού Πανευρωπαϊκού Ογκολογικού Συνεδρίου – ESMO congress, το οποίο πραγματοποιήθηκε στη Βαρκελώνη, από τις 27 Σεπτεμβρίου έως την 1η Οκτωβρίου. Για πρώτη φορά στο συγκεκριμένο συνέδριο, οργανώθηκε σχετικό δορυφορικό συμπόσιο, στο οποίο προήδρευσε ο Δρ. Πάρις Κοσμίδης, παθολόγος-ογκολόγος, διευθυντής Β’ Παθολογικής-Ογκολογικής Κλινικής ΔΘΚΑ «Υγεία». Ο ίδιος αναλαμβάνει να μας διαφωτίσει περαιτέρω.
«Η θρόμβωση και η εμβολή είναι νοσηρές οντότητες, συνυφασμένες με τον καρκίνο. Συνυπάρχουν, προηγούνται ή έπονται του καρκίνου. Το 20% των ασθενών με καρκίνο θα αναπτύξουν, σε κάποια φάση της αρρώστιας τους, θρομβοεμβολική νόσο, αποτελώντας μάλιστα συχνό αίτιο θανάτου», αναφέρει ο κ. Κοσμίδης και σημειώνει ότι υπάρχουν διάφοροι μηχανισμοί στον οργανισμό που εξηγούν αυτήν τη σχέση μεταξύ θρόμβωσης και καρκίνου, που διαφέρουν ανάλογα με τον τύπο του καρκίνου:
Σε γενικές γραμμές, απελευθερώνονται από τον καρκίνο ουσίες που διευκολύνουν και προάγουν την υπερπηκτικότητα του αίματος. Το φαινόμενο αυτό, σε συνδυασμό με επηρεασμένα αγγεία, χειρουργεία, αντικαρκινικά φάρμακα, ακτινοθεραπείες, δυσκινησία των ασθενών κ.λπ., συμβάλλει στη δημιουργία της θρομβοεμβολικής νόσου. Είναι αυτονόητο ότι παχύσαρκα, ευτραφή άτομα έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο, όπως και για καρκίνο του γαστρεντερικού συστήματος, πνεύμονος, γυναικολογικών οργάνων κ.λπ. «Από τα αντικαρκινικά φάρμακα, η πλατίνα, οι ορμόνες, αλλά και πρόσφατα οι ανοσοθεραπείες, ενέχονται στη δημιουργία θρόμβωσης», προσθέτει ο ειδικός.

Τι ενδείκνυται, λοιπόν, σε αυτές τις περιπτώσεις; «Επειδή οι ασθενείς που εμφανίζουν θρομβοεμβολική νόσο έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να πεθάνουν, σε σύγκριση με τους υπόλοιπους, η θεραπεία πρέπει να είναι άμεση και αποτελεσματική. Η χορήγηση χαμηλού μοριακού βάρους Ηπαρίνης είναι η επιβεβλημένη θεραπεία. Η διάρκεια της θεραπείας μπορεί να κρατήσει πέραν των 6 μηνών, κατά την κρίση του θεράποντος ιατρού.
Προληπτικά, ο γιατρός έχει δυνατότητα να χορηγήσει την Ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους σε επιλεγμένους ασθενείς με καρκίνο, π.χ. αμέσως μετά το χειρουργείο, σε κλινήρεις ασθενείς, σε παχύσαρκους. Επίσης, σε ορισμένες μορφές καρκίνου, όπως πνεύμονος, γαστρεντερικού, γυναικολογικών οργάνων, ακολουθώντας συγκεκριμένους αλγόριθμους. Ακόμη, σε ασθενείς με καρκίνο που αρχίζουν χημειοθεραπεία με πλατίνα, η προφυλακτική αντιπηκτική θεραπεία έχει υπό προϋποθέσεις ένδειξη.
Επειδή η Ηπαρίνη χαμηλού μοριακού βάρους γίνεται υποδορίως και αυτό προκαλεί κάποια δυσφορία στους ασθενείς, έχει γίνει προσπάθεια για χρησιμοποίηση από του στόματος δισκία αντιπηκτικά. Ωστόσο, στους ασθενείς με καρκίνο δεν έχουν ακόμη βρει εφαρμογή, διότι προκαλούν αιμορραγίες, ιδίως σε όγκους του γαστρεντερικού, αλλά και αλληλοεπιδράσεις με άλλα αντικαρκινικά φάρμακα».
Το συμπέρασμα, σύμφωνα με τον κ. Κοσμίδη, είναι ξεκάθαρο: «Η θρόμβωση αποτελεί μια συχνή και επικίνδυνη νοσηρότητα σε ασθενείς με καρκίνο, και η θεραπευτική ή προληπτική της αντιμετώπιση είναι επιβεβλημένη ή επιθυμητή. Πιστεύω ότι οι ογκολογικοί ασθενείς δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι, γι’ αυτό και πρέπει οι γιατροί τους να τους προσφέρουν αυτή τη γνώση. Οι Ογκολόγοι είναι επαρκώς ενημερωμένοι, αλλά υποεκτιμούν τον κίνδυνο».

Check Also

Ανισότητες στον καρκίνο: Ένα σοβαρό διεθνές και ευρωπαϊκό πρόβλημα δημόσιας υγείας

Σύμφωνα με δημοσίευση του Lancet Public Health πριν λίγες ημέρες, οι τελευταίες εκτιμήσεις του IARC …