Αρχική / Πρόσωπα / Άνθρωποι… μπροστά σε μια «νέα κανονικότητα»

Άνθρωποι… μπροστά σε μια «νέα κανονικότητα»

Πώς βιώσαμε τον εγκλεισμό; Γιατί, παρά την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας, οι καταγγελίες δεν ήταν αντίστοιχες; Τι γίνεται με τους ηλικιωμένους, οι οποίοι θα βγουν έξω τελευταίοι; Πώς θα μπορέσουμε να εισέλθουμε ομαλά στην «επόμενη μέρα»; Η ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια, κα Αλεξία Τσιλιμπώκου, δίνει απαντήσεις σε όλα όσα μας απασχολούν. 

συνέντευξη στη Μαρία Λυσάνδρου

Ποια είναι τα συνηθέστερα προβλήματα που αντιμετωπίζουν, από ψυχολογικής πλευράς, άνθρωποι που υφίστανται εγκλεισμό; Η κατάσταση που ζήσαμε τους προηγούμενους 2 μήνες (κατά την οποία, ωστόσο, πολλοί βρίσκονταν μαζί με την οικογένειά τους και, επιπλέον, είχαν την ευκαιρία της «ειδικής μετακίνησης»), μπορεί να προκαλέσει αντίστοιχα προβλήματα;
Η ευκαιρία ειδικής μετακίνησης δεν έχει αξιοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο απ’ όλους. Σίγουρα, για κάποιους είναι μια όαση στην καθημερινότητα. Άλλοι τη χρησιμοποιούν συνεχώς, άλλοι έχουν πειθαρχήσει απόλυτα και άλλοι βγαίνουν έξω όταν πιεστούν πολύ. Υπάρχουν και όσοι δε νιώθουν ασφαλείς να βγουν έξω.
Ο εγκλεισμός εντείνει, ωστόσο, σε όλες τις ηλικιακές ομάδες, συναισθήματα, όπως είναι το άγχος, ο φόβος, η μοναξιά και η ευερεθιστότητα. Παιδιά προσχολικής ηλικίας μπορεί να παλινδρομούν σε αναπτυξιακά στάδια – για παράδειγμα, να θέλουν ξανά να κοιμούνται στο κρεβάτι των γονιών τους και να εμφανίζουν δυσκολία διαχείρισης του θυμού τους περισσότερο από πριν, και να έχουν φοβίες. Τα παιδιά σχολικής ηλικίας μπορεί να νιώσουν άγχος από την απώλεια ενός σταθερού σχολικού προγράμματος, που ουσιαστικά δημιουργούσε μια οργάνωση στη μέρα τους. Οι έφηβοι νιώθουν ότι βαριούνται σε μεγάλο βαθμό, έχουν θυμό, επειδή πιθανόν να παραβιάζεται η ιδιωτικότητά τους μέσα στο σπίτι και επειδή δεν μπορούν να συναντήσουν τους φίλους τους.
Οι εργαζόμενοι γονείς νιώθουν πιεσμένοι, δουλεύοντας από το σπίτι και έχουν άγχος είτε επειδή έχουν ήδη χάσει τη θέση εργασίας τους, είτε επειδή είναι επίφοβη η κατάσταση. Οι ηλικιωμένοι κυρίως νιώθουν θλίψη και μοναξιά.
Μέσα σε όλα αυτά, για τις οικογένειες που βιώνουν τον θάνατο αγαπημένων τους προσώπων, προστίθεται και το πένθος. Ένα πένθος που καθίσταται ακόμα πιο δύσκολο, καθώς δεν υπάρχει η δυνατότητα αποχαιρετισμού του ανθρώπου που πέθανε, για λόγους σωματικής ασφάλειας.
Όσο μεγαλύτερο το χρονικό διάστημα, τόσο περισσότερα και εντονότερα τα συμπτώματα. Σε πολλές περιπτώσεις, αυξάνονται τα συμπτώματα ή η εκδήλωση αγχωδών και καταθλιπτικών διαταραχών, φοβιών, αυξάνεται η χρήση αλκοόλ και ουσιών, εντείνεται η ενδοοικογενειακή βία και αυξάνονται τα ποσοστά αυτοκτονικότητας.

Κατά την περίοδο της καραντίνας, παρατηρήθηκε και αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Πώς επηρεάζει ο εγκλεισμός αυτές τις καταστάσεις και πώς εξηγείτε το γεγονός ότι πολλές γυναίκες εξακολουθούν να μην καταγγέλλουν τα όσα υφίστανται;
Η σωματική κακοποίηση είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο που έχει πολλές παραμέτρους και είναι δύσκολο να περιοριστεί σε λίγες γραμμές.
Πράγματι, ο εγκλεισμός ευνοεί την αύξηση της ενδοοικογενειακής βίας. Οι γυναίκες-θύματα γίνονται αποδέκτες μεγαλύτερης βίας από τον θύτη, δηλαδή τον σύζυγό τους, καθώς ο περιορισμός στο σπίτι και οι αλλαγές που έχουν συμβεί εντείνουν τα συναισθήματα θυμού και την επιθετική συμπεριφορά. Επιπλέον, η ροπή που υπάρχει σε περιόδους εγκλεισμού προς τη χρήση αλκοόλ ή ναρκωτικών ουσιών, καθιστά ακόμα δυσκολότερη τη δυνατότητα όσων ασκούν βία για αυτορρύθμιση, την ικανότητα δηλαδή να μην καταφεύγουν σε ακραίες συμπεριφορές.
Στην παρούσα φάση, η καταγγελία ή η διαφυγή από μία κακοποιητική σχέση είναι ακόμα πιο δύσκολη, λόγω της οικονομικής αποσταθεροποίησης. Επιπλέον, δεν υπάρχει εύκολα ιδιωτικότητα στο σπίτι, ώστε να γίνει με ευκολία μια καταγγελία.
Θα ήθελα, ακόμα, να τονίσω ότι, δυστυχώς, για μια γυναίκα που υφίσταται βία, το γνώριμο σε αυτή μοντέλο των οικογενειακών συγκρούσεων μοιάζει πιο ασφαλές, σε σχέση με τις νέες και συνεχώς μεταβαλλόμενες συνθήκες που έχει φέρει η πανδημία. Άρα, οι γυναίκες αυτές δύσκολα θα προβούν σε καταγγελία. 

Με τη σταδιακή άρση των μέτρων, θα επανέλθουμε μεν στην κανονική μας ζωή, με τους ειδικούς όμως να τονίζουν ότι αυτό θα είναι μια «μακρόσυρτη διαδικασία». Τι είναι καλό να έχει κανείς υπ’ όψιν του ή να κάνει, προκειμένου να έχει μια ομαλή επιστροφή σε μια ζωή αρκετά διαφορετική από τη ζωή στην οποία ήταν συνηθισμένος;
Είναι σημαντικό να έχουμε κατά νου πως η κανονικότητα, με τον όρο που την έχουν κάποιοι στο μυαλό τους, δεν υφίσταται. Με την έννοια δηλαδή ότι, ναι, θα ανοίξουν οι εργασιακοί χώροι, θα ανοίξουν τα σχολεία. Τουλάχιστον αρχικά θα είναι πολύ διαφορετικός ο τρόπος από τον συνήθη τρόπο που γνωρίζαμε. Και ίσως να διαφέρει και στη συνέχεια. Αυτό που θεωρώ ότι σίγουρα θα μείνει αδιαπραγμάτευτο και σταθερό είναι η ανάγκη μας για «δημιουργική προσαρμογή», όπως λέμε, δηλαδή το γεγονός ότι πρέπει να αναπτύξουμε τη δεξιότητά μας να προσαρμοζόμαστε σε κάθε νέα συνθήκη, χωρίς να θεωρούμε τίποτα δεδομένο. Αυτό, αν και κουραστικό, είναι τελικά μια δεξιότητα επιβίωσης, μέσα από την οποία ωριμάζουμε!

Πώς προβλέπετε εσείς ότι θα επηρεάσει η καραντίνα και η κοινωνική αποστασιοποίηση που τηρούσαμε το προηγούμενο διάστημα, τις σχέσεις των ανθρώπων μετά την άρση των μέτρων; Θεωρείτε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια «αλλαγή σελίδας» στις διαπροσωπικές σχέσεις, όπως τις ξέραμε;
Θεωρώ ότι βρισκόμαστε γενικά μπροστά σε μια αλλαγή σελίδας που θα επηρεάσει την οικονομία, τη σχέση μας με την τεχνολογία, τις ηθικές μας αξίες, τον τρόπο ζωής μας και φυσικά τις ανθρώπινες σχέσεις. Ως προς τις διαπροσωπικές σχέσεις, λόγω του εγκλεισμού, των σωματικών αποστάσεων που έχουν τηρηθεί, του φόβου που βιώνουμε όλοι, θα υπάρξει σίγουρα κάποιο διάστημα που θα είμαστε επιφυλακτικοί, καχύποπτοι και διστακτικοί στο να αγκαλιάσουμε τους αγαπημένους μας ανθρώπους, παρά το γεγονός ότι μας έχει λείψει. Ακριβώς γιατί απειλήθηκε και απειλείται η σωματική μας ασφάλεια και λειτουργεί ο φόβος ως ένστικτο επιβίωσης. Ο βαθμός που θα εκδηλωθεί και το πόσο θα διαρκέσει, εξαρτάται από την ψυχική ανθεκτικότητα που διαθέτει ο καθένας μας, καθώς και από το πόσο έχει επενδύσει στο παρελθόν στην ψυχική του υγεία, ως αναπόσπαστο κομμάτι της φροντίδας του εαυτού του. Σε ανθρώπους που αντιμετώπιζαν προβλήματα ψυχικής υγείας και πριν, όπως αγχώδεις καταστάσεις και φοβίες, η ανασφάλεια θα συνεχίζεται, ώστε πιθανόν να θέλουν να παρατείνουν τον εγκλεισμό, γιατί νιώθουν πιο ασφαλείς. Αυτό που ζούμε όλοι αυτή τη στιγμή, ακόμα περισσότερο στις χώρες που έχουν μεγάλο αριθμό θανάτων, είναι μια τραυματική κατάσταση, οι συνέπειες της οποίας θα είναι πιο έντονες όσο περισσότερο διαρκέσει ο εγκλεισμός και για αρκετό καιρό ακόμα. Σε πολλούς ανθρώπους θα εκδηλωθεί με τη μορφή μετα-τραυματικού στρες. Θα χρειαστεί χρόνος και συχνά η συμβολή ενός ειδικού ψυχικής υγείας για να επανέλθει μέσα μας η ασφάλεια και η εμπιστοσύνη στους άλλους. Είναι φυσιολογικό, αλλά χρειάζεται να ξέρουμε ότι δεν είναι ακατόρθωτο να ξεπεραστεί. Βοηθά πολύ να θυμόμαστε ότι μας ενώνει πως βιώσαμε από κοινού αυτή τη δυσκολία με τους συνανθρώπους μας.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες, οι ηλικιωμένοι είναι εκείνοι που θα βγουν τελευταίοι από το σπίτι. Τι σημαίνει κάτι τέτοιο για την ψυχολογία ενός ανθρώπου τρίτης ηλικίας; Και τι μπορεί να κάνει και ο ίδιος, αλλά και οι γύρω του, ώστε να υπάρξει μια σωστή ψυχολογική διαχείριση αυτής της καθυστερημένης εξόδου;
Οι ηλικιωμένοι, ως ευπαθής ομάδα, είναι εκείνοι που θα βγουν τελευταίοι από το σπίτι, ώστε να παραμείνουν ασφαλείς. Μακριά από τα παιδιά και τα εγγόνια τους νιώθουν μοναξιά, μελαγχολία και συνήθως κατακλύζονται από αρνητικές σκέψεις. Σε πολλούς, ειδικά σε αυτούς που μένουν μόνοι επειδή έχουν χάσει τον σύντροφό τους ή που αντιμετώπιζαν από πριν σοβαρά προβλήματα υγείας, είναι έντονη η αίσθηση ανημπόριας και η ανασφάλεια για την υγεία τους. Περιοριζόμενοι να ζουν μακριά από την οικογένειά τους και τους φίλους που πιθανόν συναντούσαν συχνά για ένα απλό καφέ ή περίπατο ή και ως μέλη μιας οργανωμένης ομάδας ηλικιωμένων, όπως είναι τα ΚΑΠΗ, είναι φυσιολογικό να νιώθουν ευερεθιστότητα και θλίψη. Μεγάλο άγχος προκαλεί σε πολλούς η αναγκαιότητα να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία, με την οποία δεν είναι εξοικειωμένοι, από το να κάνουν μια χρηματική συναλλαγή μέχρι να επικοινωνούν συχνά με τους αγαπημένους τους ανθρώπους. Όσο περισσότερο παραταθεί ο εγκλεισμός, τόσο πιο δύσκολο είναι για τους ηλικιωμένους. Οι νεότεροι είναι σημαντικό να επικοινωνούν συχνά μαζί τους, αν είναι εφικτό με βιντεοκλήσεις, όπου οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας έχουν τη χαρά να βλέπουν τα πρόσωπα των παιδιών και των εγγονιών τους. Βοηθητικό είναι τα παιδιά τους να τους εξυπηρετούν στα πράγματα που ίσως δεν τα καταφέρνουν, όπως για παράδειγμα στη διαδικτυακή πληρωμή λογαριασμών, και όχι σε αυτά που τα καταφέρνουν, προκειμένου να έχουν κάτι να απασχοληθούν και να νιώθουν χρήσιμοι και ικανοί. Προκειμένου να γίνει η καθημερινότητά τους ευκολότερη, είναι σημαντικό και οι ίδιοι οι ηλικιωμένοι να συνεχίσουν να επικοινωνούν έστω και τηλεφωνικά με τους ανθρώπους που επιθυμούν, να κάνουν με τη συγκατάθεση του γιατρού τους μια βόλτα σε εξωτερικό χώρο, να ασχοληθούν με τον κήπο ή με κάποιο άλλο χόμπι που είχαν και είναι εφικτό να γίνει στο σπίτι. Καλό είναι να ενημερώνονται το πολύ μέχρι δύο φορές τη μέρα και για λίγο, από έγκυρες πηγές ειδήσεων, προκειμένου να μην κατακλύζονται από αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα. Πολύ σημαντικό, για τους λόγους που προαναφέρθηκαν, είναι να ζητήσουν οι μεγαλύτεροι σε ηλικία άνθρωποι ψυχολογική υποστήριξη, είτε στις γραμμές βοήθειας που συστάθηκαν με αφορμή την πανδημία είτε σε κάποιο ιδιώτη ψυχολόγο ή ψυχίατρο, ανάλογα με το πόσο επιβαρυμένη είναι η ψυχική τους υγεία.

Πηγή: περιοδικό “Plan Be” [τ. 47, Μάιος 2020]

Check Also

Γιώργος Καπετανάκης: «Η ολιστική αντιμετώπιση του καρκίνου είναι πλέον κάτι παραπάνω από αναγκαιότητα»

Η καλή ψυχική υγεία αναδεικνύεται όλο και περισσότερο ως βασική προϋπόθεση για τη θετική έκβαση …